portraita

Η Σαρακατσάνικη Παναούλα στην Ελάτεια
.

του Παναγιώτη Γ. Δημάκη
Υπεύθυνου Ιστορικού Αρχείου Δήμου Αμφίκλειας-Ελάτειας
Οι Σαρακατσάνικες ποδιές, “παναούλες” ήσαν γιορτινές και νυφιάτικες, οι δεύτερες ξεχώριζαν, από τα έντονα ερυθρά κεντήματα και χρώματα, σε μαύρο “μαλλίτικο σκουτί”, όπου λευκά, χαλκόχροα, και βαθυκόκκινα “σεράδια” γαϊτάνια, εφαίδρυναν την δωρική και Primitif αυστηρότητα του σχεδίου. Η αρμονική διάταξη στο κέντρο, στο “πλατύ”, ανάμεσα στα “κατσέλια”, των “κεφαλιών” κοσμημένων με Ήλιους και Σταυρούς φαίνεται ότι ασκούσαν μία αρχετυπική αποτροπαϊκή πρακτική για το κακό μάτι. Στις νυφιάτικες “παναούλες” μάλιστα, η διάταξη των κεφαλιών φαίνεται, είναι προσωπική γνώμη αυτό, να υποδηλώνει το αμυντικό, αποτροπαϊκό σύστημα, της προστασίας του αναπαραγωγικού θηλυκού συστήματος όπως καθαρά στην εικόνα εμφανίζεται, για την διαιώνιση της εθνοτικής ομάδος. Η “παναούλα” της Ελάτειας παρουσιάζει διαφορές και παραλλαγές από την αντίστοιχη της Θράκης.




Η εύρεση στην Ελάτεια, μιας νυφικής Σαρακατσάνικης ποδιάς “παναούλας”, μαζί με άλλα αντικείμενα της καθημερινής ζωής των Σαρακατσάνων, είναι τύχη αγαθή, μια τεκμηρίωση ακόμη, του ελέγχου των οδών και διαβάσεων ΒΝ που ασκούσε η πόλη αυτή και όχι μόνον περιγράφεται εκτενώς στην Αρχαία Γραμματεία, αλλά τώρα επεκτείνεται και στα νεώτερα χρόνια, όπως προκύπτει, από την συλλογή και διάσωση μικρών, της ιστορίας παραλειπομένων λεπτομερειών, οι όποιες, όταν εν καιρώ τεθούν συνολικά στο πολύχρωμο και πολυποίκιλο ψηφιδωτό, που συνθέτει την άγραφη, ιστορία των μικρών πατρίδων μέσα στην μεγάλη πατρίδα. Η Ελάτεια λόγω θέ­σεως, δέχθηκε μεγά­λο αριθμό, λόγω και της ολιγα­νθρωπίας στα πρώ­τα μετεπα­να­­στα­τικά χρόνια. Από τους σκηνίτες ποιμένες, αφού είναι γνωστό ότι στα εύφορα μέρη, η ζωή απεχθάνεται τα κενά. Για πολλά χρόνια στα πέριξ αλλά και μέσα στην πόλη, υπήρχαν οι βεργό­πλεχτες καλύβες, των φερέοικων ποιμέ­νων, οι οποίοι, την άνοιξη και το Φθινό­πωρο, γέμιζαν τη μεγάλη βλα­χόστρατα του Καλλιδρόμου και ο ήχος των κουδουνιών από τα ζώα, πρόβατα και φορτωμένα αλογομούλαρα αντηχούσαν και σηματοδοτούσαν και την αλλαγή των εποχών. Αυτό βέβαια ήταν μία πρακτική από την εποχή του Μύθου. Υπάρχει επίσης η μαρτυρία, ενδεικτικά, που αφορά την ίδρυση της Θήβας, από τον Κάδμο, που ακολούθησε τα κοπάδια προς Νότον του Φωκέα Πελάγοντα, που υποδη­λώνει και την πανάρχαια σχέση Φωκέων – Βοιωτών (1) . Πολλοί από τους Σαρακατσάνους, παρά την γενική κατεύθυνση προς το Τζαμάλι-Ορχομενό, παρέμειναν σε βοσκότοπους γύρω από την Ελάτεια, όπου μέσα από την επιρροή του κοινωνικού  περιγύρου, δέχτηκαν και μικτούς γάμους, εντάσσοντας και την κουλτούρα τους στην τοπική παράδοση. Η επιγραφή επίσης του Ευβούλου (2)  (ΙGVII3171) επιβεβαιώνει τα οδολόγια ΒΝ προς Τζαμάλι, Ορχομενο, ενώ στα νεώτερα χρόνια ο Η. Belle (φωτό 3 - σημ. Α) περιγράφει μία κατασκήνωση φερεοίκων ποιμέ­νων στα Ελατικά Πεδία. Ακόμη το 1876 ένα έγγραφο του Δημά­ρχου Ελάτειας επιβεβαιώνει τον ελέγχο του χώρου, αυτά τα χρόνια.



(1) Antoninus Liberalis 38-5 Παυσανίας ΙΧ 12-1 Απολλόδωρος κ.α. σχετ. Γ τεύχος Αρχαιογνωσία Τ12 2003-2004

(2)  Ο Εύβουλος Αρχεδάμου, Φωκεύς από την Ελάτεια, πλούσιος κτηνοτρόφος, φαίνεται ότι ασκούσε και τραπεζιτική της εποχής πρακτική. Στο τέλος του ιερού πολέμου, σε ανταπόδοση δικαιώματος νομής, επινομίας, από τους Ορχομενίους, στην περιοχή Τσαμάλι – Πολυγύρα, εδάνεισε την πόλη των Ορχομενίων. Με την επινομία αυτή, διατηρούσε το δικαίωμα της βοσκής στα πολυπληθή του ποίμνια, από πρόβατα, ίππους, βόες, αίγες, των οποίων ο αριθμός έπρεπε να απογράφεται κάθε χρονιά. Η σημαντική αυτή προσωπικότητα που ανήκε στα επιφανή γένη των Φωκέων, συμπληρώνει τα ονόματα των διακεκριμένων γενών και πολιτών της Ελατείας. Επίσης καταδεικνύει πόσο σημαντικά ήταν τα λιβάδια του Ορχομενού όπως προκύπτει αναλυτικά από την επιγραφή Ι.G.VII 3171 τμήμα της οποίας παρατίθεται, για τους φίλιστορες αναγνώστες, να λάβουν την αύρα της υπέροχης Βοιωτικής γραφής της εποχής, που μας συνδέει τόσο ισχυρά με το παρόν.

«…Ευβώλυ επινομίας έτια πέτταρα βούεσσι σούν ίππυς διακατίης ικάτι, προβάτυς σουν ήγυς χειλίης. αρχί τω χρόνω ο ενιαυτός ο μετά Θύναρχον άρχοντα Ερχομενίυς απ [ο] – γράφεσθη δε Εύβωλον κατ’ ενιαυτόν έκαστον πάρ τον ταμίαν κη τον νομώναν τά τε καύματα των προβάτων κή  ήταν ηγών κη ταν βουών κή τάν ίππων κ[ή] κα τινά άσαμα ίωνθι, κή το πλείθος…».


(3) Τσαμάλι ή Τζαμάλι, πεδινό χωριό της Βοιωτίας ευρισκόμενο πλησίον της αρχαίας Τεγύρας, στα όρια Φωκίδας Βοιωτίας. Μετονομάστηκε σε Διόνυσο, ενώ εμφανίζεται στον χάρτη του Aldenhoven καθώς και σε χάρτη της παλαιάς Οθωμανικής Επικρατείας erkan-I harbiye hartasi kustandiniye 1317, 1889) Ost Locris ως CAM-ALI. Τεγύρα, παρά την πόλη, στον Δήλιο λόφο, λειτουργούσε το Τεγυραίον Μαντείον του Απόλλωνα, μέχρι τα Περσικά και χρησμοδότησε, υπέρ της νίκης των Ελλήνων. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι το Τεγυραίον Μαντείο, απεδείχθη κατά τον Πελοποννησιακόν Πολέμον, ανώτερον του Δελφικού. Τσαμάλι – Πολυγύρα – Τεγύρα. Υπέροχη συμπλοκή τοπωνυμικών θέσεων και ονομάτων από τα προϊστορικά χρόνια, με τις Μυκηναϊκές συνηχήσεις, με το νεότερο Τσαμάλι, που η τουρκική κατοχή κατέλιπεν ως όνομα, είναι ο σημαντικότερος σταθμός των ποιμενικών μετακινήσεων, που μάλιστα έχει καταγραφεί σε σχετικά νεώτερο στοιχείο των δεκάδων τεκμηρίων, περί των μετακινήσεων των πλανήτων ποιμένων. Είναι η παρατεθειμένη φωτο 5 από έγγραφο του Δημάρχου Ελατείας, που όριζε τον χώρο των Ελατικών πεδίων, Δημ. Κοτοπούλη, επιτρέπει στον σκηνίτη Αλ. Καραθανάση «... να απέλθη ελεύθερος εις Θήβας…» το 1876. «...Πολυγύρα – Ασπληδών Στράβων ΙΧ 415 … Εύδειλος μετωνομάσθη η χώρα, εκ του δειλινού κλίματος και μάλιστα το ευχείμερον. Ακριβώς αυτό το “ευχείμερον”, που μας διασώζει το χωρίον του Στράβωνα, φαίνεται ότι ο λόγος της συνεχούς κινήσεως, των πλανήτων, φερεοίκων ποιμενικών ομάδων από Β σε Ν και αντίστροφα, προς τα πλούσια λιβάδια και λειμώνες των ορίων Φωκίδος – Βοιωτίας.

● ● 

Η. BELLΕ, «Ταξίδι στην Ελλάδα 1861-1874»


Ο Η. BELLΕ, «Ταξίδι στην Ελλάδα 1861-1874» σελ. 98, διέτρεξε την Κοιλάδα του Κηφισού και τα Ελατικά πεδία, κατευθυνόμενος, προς την Δαύλεια. Στην πεδιάδα, παρά τον Ποταμό, συνάντησε μία κατασκήνωση πλανήτων ποιμένων. Με ενάργεια καταγράφει τι είδε, διασώζοντας χρήσιμες μικρές λεπτομέρειες, της συμπεριφοράς της ποιμενικής ομάδας, την ιεραρχία της και άλλα, προσθέτοντας, ακόμη πρωτογενές υλικό, όπως την εκτροφή γαλόπουλων και επισημαίνοντας τεράστιες ακαλλιέργητε εκτάσεις, δεκάδες χρόνια, που μετά, τα εθνικά παραχωρητήρια, παρέμεναν χέρσες, από την έλλειψη μέσων και μεθόδων.

Παρατίθεται το ενδιαφέρον κείμενο του H. BELLΕ.

«…Βιαστήκαμε ν’ απομακρυνθού­με και να κατέβουμε προς τον Κηφισό,  όπου φθάσαμε σε λιγότερο από μια ώρα, γιατί η πρωινή δροσιά μας επέτρεπε να ταχύνουμε το βήμα μας. Το ποτάμι δεν ήταν πια παρά ένα ρυάκι που έτρεχε πάνω σε άσπρη άμμο ανάμεσα σε από­τομες όχθες, σκεπασμένες με ανθισμένες ροδοδάφνες. Ως ε­κεί που έβλεπε το μάτι, υπήρχαν μόνον ακαλλιέργητες εκτά­σεις, σκεπασμένες με ξερά αγκαθωτά χορτάρια και με ασφοδέλια αραιά και πού, κάποια χωριά τριγυρισμένα από καλλιέργειες, στα οποία η κυριότερη απασχόληση των κα­τοίκων είναι η εκτροφή γαλοπουλών που τα βλέπει κανείς να τρέχουν κατά χιλιάδες μέσα στα χωράφια με την επίβλεψη κουρελιάρικων παιδιών. Αυτή η μεγάλη κοιλάδα που ξεκινά­ει από τα υψώματα της Οίτης και φθάνει ως τις πεδιάδες της Βοιωτίας, είναι φυσικό να χρησιμεύει σαν πέρασμα του πλήθους των βοσκών που εγκαταλείπουν κάθε φθινόπωρο τα ορεινά βοσκοτόπια, για να ξαναγυρίσουν την άνοιξη' βρισκό­μασταν, λοιπόν, ακριβώς στην εποχή της μετακόμισης. Σε λίγο είδαμε πράγματι να συγκεντρώνονται στους γύρω λό­φους κοπάδια που προχωρούσαν προς ένα ορισμένο σημείο πρόβατα με σκούρο μαλλί, άσπρα κριάρια με μαύρο κεφάλι, κατσίκες με κοντή τρίχα, ψηλοί τράγοι με μακρύ γκριζογάλαζο τρίχωμα και με πλατιά γυριστά κέρατα σαν των βού­βαλων της Αφρικής. Σε μια μεγάλη έκταση ανάμεσα σε δύο γυρίσματα του ποταμού συνωστίζονταν κιόλας χιλιάδες ζώα. Καθώς πλησιάζαμε, δώδεκα ή δεκαπέντε τεράστια σκυλιά έτρεξαν καταπάνω μας, γαβγίζοντας άγρια. Τα δυνατά τε­τράγωνα σαγόνια τους, τα τρομερά τους σκυλόδοντα, τα κατακόκκινα μάτια τους, η άγρια όψη τους, έδιναν μια καλή ιδέα για το πόσο αποτελεσματικά φύλαγαν τα κοπάδια από τους λύκους, μα και πόσο κινδύνευαν τα πόδια μας. Οι πέ­τρες που τους έριξαν οι αγωγιάτες, τα εξαγρίωσαν ακόμη περισσότερο. Όσο για τους βοσκούς που κοίταζαν αμίλητοι, ακουμπισμένοι στις γκλίτσες τους, έμοιαζαν αδιάφοροι στις προτροπές των χωροφυλάκων μας. Ο λοχίας έχασε την υπο­μονή του, διέταξε τους άντρες του να γεμίσουν τα όπλα τους, και φώναξε σ’ έναν βοσκό: «Αν δε μαζέψεις τα σκυλιά σου, θα τα σκοτώσω!» . Ο άνθρωπος σήκωσε αργά το κεφάλι και από τα μάτια του πέρασε μια αστραπή θυμού. Μας κοίταξε χωρίς ν’ απαντήσει είμασταν δεκαπέντε, από τους οποίους οι δέκα καλά οπλισμένοι. Έμπηξε μια στριγκλιά και τα σκυλιά χώθηκαν γρυλίζοντας υπόκωφα μέσα στους θάμνους…».


Βιβλιογραφία

  • Ν. Γιαννόπουλος : Τα Φθιωτικά, Αθήναι 1891
  • Κ. Αμάντου : Μακεδονικά, 1920
  • Δημ. Γεωργακά : Αρχείον Θρακικού Λαογρ. Θησαυρού τομ. ΙΒ΄και ΙΔ΄
  • Ν. Jorga : Ηistoire des Roumains1919
  • Ι. Καμπούρογλου : Ιστορία των Αθηνών 1896
  • Ι Λαμπρίδου : Ηπειρωτικά Μελετήματα
  • Α. Philippson : Thessalien und Epirus Berlin 1897
  • Π. Αραβαντινού : Χρονογραφία Ηπείρου 1856
  • J.M. Fossey : Topografihy and population of Ancient Boiotia vol.1,1998
  • Αρχαιογνωσία : Τ12 (20032004) Στράβων ΙΧ415.


Υ.Γ. Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον συμπατριώτη μας Σαρακατσάνο δικηγόρο κ. Αριστ. Μαχά για την πολύτιμη βοήθειά του. Επίσης τον ερευνητή της Ακ. Αθηνών αρχαιολόγο Γ. Ζάχο, την αρχαιολόγο του Ν.Μ. Αθηνών κα. Εύη Τσώτα για την παραχώρηση στοιχείων που στήριξαν την εργασία αυτή. - Παν. Γ. Δημάκης


● ● 


Το παρόν άρθρο του κ. Δημάκη δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα ΄΄Πολυδροσος Παρνασσού΄΄ www.polydrososparnassou.blogspot.gr, την  οποία και ευχαριστούμε για την αποδοχή της αναδημοσίευσης.