portraita

.

Σαρακατσιάνικη Λαλιά
.



Στους απλούς και περήφανους περπατάρηδες των βουνών και του κάμπου που δεν υπάρχουν πια.

Σε όσους από τη νέα γενιά των Σαρακατσιαναίων θα θελήσουν να γνωρίσουν τη λαλιά των πατεράδων και των παππούδων τους.


Θεόδωρος Γιαννακός

Οι Σαρακατσιαναίοι ή οι Σαρακατσιάνοι, ως ποιμενικός πληθυσμός, δεν υπάρχουν πια, όπως στο παρελθόν. Άφησαν τα κορφοβούνια και έπιασαν τα χωριά και τις πόλεις. Έσμιξαν με τον κόσμο, όπως λένε και οι ίδιοι. Επάνω στα βουνά άφησαν και τη λαλιά τους. Κάποιες νυχτιές θα ακούγεται σαν απόφωνος μέσα στις ρεματιές. Ήταν μια από τις πολλές παραχωρήσεις που έκαναν για να ενταχτούν στο κοινωνικό σύνολο. Άλλαξαν τον τρόπο της ζωής τους. Βιάστηκαν να γίνουν σαν όλους τους άλλους. Από την πλούσια παράδοσή τους πολύ λίγα στοιχεία έχουν απομείνει. Ας είναι. Θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό; Ίσως.

Το παρελθόν είναι ο πρόλογος του μέλλοντος. Οφείλουμε να το γνωρίσουμε στις νέες γενιές. Κάποια στοιχεία από τη λαλιά μας πρέπει να τα δώσουμε ως «προίκα» ταυτότητας. Μπορεί αυτά να είναι λέξεις, παροιμίες, γνωμικά, αλληγορικές εκφράσεις. Ευχόμαστε να αργήσει πολύ η ώρα που οι απόγονοί μας θα λένε ότι κάποτε ήμασταν και εμείς Σαρακατσιαναίοι.

Η εργασία αυτή στηρίζεται στη «Σαρακατσιάνικη λαλιά» που εκδόθηκε το 1994. Οφείλουμε να διαφυλάξουμε τον πολιτισμό των πατεράδων μας. Πολιτισμός που μέσα από χίλιες δυσκολίες έφτασε μέχρι τη γενιά μας ζωντανός. Η προσπάθεια του ’94 κινήθηκε προς την κατεύθυνση αυτή. Η «Σαρακατσιαναίικη διάλεκτος», άρθρο του Ναπολέοντα Βαγγελή στο περιοδικό «Σαρακατσαναίοι», έδωσε το ερέθισμα να ξεκινήσει η πρώτη προσπάθεια.

Από το ’94 μέχρι σήμερα έχουν δημοσιευτεί αρκετές εργασίες με σαρακατσιάνικο ενδιαφέρον, και όχι μόνον. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που ξαναεκδίδεται. Μέσα στις εργασίες αυτές υπάρχει αρκετό υλικό που είναι ενδιαφέρον. Το υλικό αυτό πιστεύω ότι κάνει πιο πλούσια και πιο άρτια την καινούργια εργασία.

Ένα καινούριο στοιχείο στην προσπάθειά αυτή είναι οι βιβλιοπαραπομπές. Οι πηγές από τις οποίες αντλούμε υλικό πρέπει να παρουσιάζονται με περισσότερη σαφήνεια. Στις λέξεις που υπάρχουν παραπομπές υπάρχουν δυο αριθμοί μέσα σε αγκύλες. Ο πρώτος αριθμός δηλώνει το συγγραφέα (βλ. βιβλιογραφία) και ο τελευταίος τη σελίδα από το βιβλίο του συγγραφέα. Π.χ. βάκρα [26, 32]. Τη λέξη αυτή θα τη βρούμε στο βιβλίο της Α. Χατζημιχάλη και στη σελίδα 32.

Πρέπει να σημειωθεί , κάτι που είναι ευνόητο, ότι κάθε λέξη που αναφέρεται δεν υπάρχει μόνο σε ένα βιβλίο. Το βιβλίο, όπου πρωτοσυναντάμε τη λέξη, αποκτά μάλλον προτεραιότητα στην παραπομπή. Ένα άλλο στοιχείο το οποίο έχει σημασία για την παραπομπή είναι η ορθογραφία και η ερμηνεία στη λέξη που δίνει ο κάθε συγγραφέας. Βλ. κουνάκι, λισιά, λυσιά. Μία σημαντική προσφορά από τις βιβλιοπαραπομπές είναι ότι μας βοηθάνε να γνωρίσουμε τις ιδιαιτερότητες που έχουν οι Σαρακατσιαναίοι στη λαλιά τους από τόπο σε τόπο. Ο κάθε συγγραφέας αναφέρει και λέξεις που λένε μόνον οι Σαρακατσιανίοι του τόπου του.

Η εργασία, επίσης, είναι εμπλουτισμένη με παραδείγματα από τη σπουδαία σαρακατσιάνικη παράδοσή μας. Με στίχους από τα τραγούδια μας, με παροιμίες, με αλληγορικές εκφράσεις και με προτάσεις από τον καθημερινό μας λόγο. Έχουν παρατεθεί, ακόμη, παραδείγματα και αποσπάσματα από έργα διαφόρων συγγραφέ­ων Σαρακα­τσια­ναίων και μη.

Οι οικογένειες λέξεων και τα παραγωγικά επιθήματα είναι ένα επιπρόσθετο στοιχείο στην εργασία αυτή.

Η εργασία περιλαμβάνει περίπου 6.000 λέξεις που χρησιμοποιούν οι Σαρακατσιαναίοι. Είναι κυρίως λέξεις που τις έχουμε ξεχάσει ή τις έχουμε αντικαταστήσει με άλλες πάλι ελληνικές λέξεις. Ασφαλώς, και έχει πολύ περισσότερες λέξεις η λαλιά των Σαρακατσιαναίων. Λάθη υπάρχουν. Ζητώ την κατάνόησή σας.

Ευχαριστώ θερμά τους: Καψάλη Γιώργο, καθηγητή Φιλολογίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δ. Ε. του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Κυριακού Γρηγόρη, κουμπάρο μου, καθηγητή Πληροφορικής στο Κιλκίς και Βλαχογιάννη Δημήτριο, γεωπόνο-ερευνητή από τη Θήβα για την πολύτιμη βοήθεια που μου προσέφεραν.

Ευχαριστώ θερμά το Μιχάλη Λοκοβίτη, πρόεδρο του Συλλόγου Σαρακατσιαναίων Κιλκίς «Ο ΦΛΑΜΠΟΥΡΑΣ», και το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου που ανέλαβαν να εκδώσουν αυτό το βιβλίο. Είναι μια πρωτοβουλία που με τιμά ιδιαίτερα. Εύχομαι να τη μιμηθούν κι άλλοι Σύλλογοι.


Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΑΤΣΙΑΝΑΙΩΝ

Ο πολιτισμός των Σαρακατσιαναίων έχει μια θαυμάσια συνοχή και κοινή έκφραση σε όλες τις εκφάνσεις του. Οι όποιες διαφορές παρουσιάζονται από τόπο σε τόπο, έρχονται να τον εμπλουτίσουν και όχι να τον διαφοροποιήσουν.

Η γλώσσα των Σαρακατσιαναίων αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές εκφάνσεις του πολιτισμού τους. Πρόκειται για την ίδια την ελληνική γλώσσα με κάποιες ιδιωματικές λέξεις και με μια ιδιαίτερη προφορά. Το γλωσσικό ιδίωμα των Σαρακατσιαναίων ανήκει στα λεγόμενα δυτικά ελληνικά ιδιώματα στα οποία ανήκουν τα πελοποννησιακά, τα στερεοελλαδίτικα και τα ηπειρώτικα.

Κατά τον Κάρστεν Xεγκ προσεγγίζει η σαρακατσιάνικη γλώσσα τα ιδιώματα της περιοχής των Τζουμέρκων, της Αιτωλίας και Ακαρνανίας και σε μεγάλο βαθμό συμφωνεί με τα ηπειρωτικά.

Ένας σημαντικός αριθμός λέξεων της σαρακατσιάνικης λαλιάς έρχεται κατευθείαν από τη γλώσσα του Ομήρου και των άλλων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων (δουκιώμι,λαρώνου, γραμμένους, δαυλί, αλ’χτάου, αρμέου). Άλλες λέξεις τις συναντάμε στη λαϊκή γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων. Οι πολύ σημαντικές εργασίες του Ν. Κατσαρού (ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΣΑΡΑΚΑΤΣΙΑΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ) και του Γ. Φυτιλή (Η λαλιά των Σαρακατσάνων) επιβεβαιώνουν την παραπάνω επισήμανση.

Ένας μικρός αριθμός λέξεων είναι δάνεια από τις γλώσσες των λαών με τους οποίους οι Σαρακατσιαναίοι έζησαν για πολλά χρόνια σε μια ευρύτερη γεωγραφική και πολιτιτική ενότητα. Οι περισσότερες λέξεις έρχονται από τη λατινική γλώσσα (βιγλίζου, λακνιά, αγκούσα, ρόγα,φαμπλιά, φίνου, φλάμπουρας, καπούλια, ψίκι,κατσιούλα, καρδάρι, λούρια, κάπα, κανούτα,τέντα). Ακολουθούν οι λέξεις από την τουρκική γλώσσα (αζάτι,χαζίρι, τσιλιπής, γκέμι, μπιζιρίζου, μπινέκι,αλτζές, νουμπέτι). Στη συνέχεια έχουμε λέξεις σλαβικής προέλευσης (κότσι,σίβους, τσαντίλα), αρωμούνικης προέλευσης (γκέσου,γκόρμπου) και αλβανικής (βλάμ’ς, κουκουρέτσι, μπάλα,φλουέρα). Η παραπάνω ιεράρχηση έγινε σύμφωνα με την έρευνα του Χεγκ.

Μας προκαλεί εντύπωση ότι από τις δανεικές λέξεις οι πιο πολλές και με μεγάλη διαφορά είναι λατινικές. Αυτή η παρατήρηση μάς βάζει τον προβληματισμό. Μήπως οι Σαρακατσιαναίοι ήταν νομάδες από την εποχή της Ρωμαιοκρατίας στην Ελλάδα και ακόμη πρωτύτερα;


ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΑΤΣΙΑΝΑΙΩΝ

Παρατηρούμε σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο της κώφωσης ή αλλιώς της εξαφάνισης κάποιων φωνηέντων από τις λέξεις. π.χ. κουρ’φή (κορυφή), σκ’λί (σκυλί), γ’ναίκα (γυναίκα), ’Λένη (Ελένη), ’Λυμπιάδα (Ολυμπιάδα), ’κανός (ικανός).
Προφέρεται ανεπαίσθητα και δεν αποβάλλεται το καταληκτικό (ει, η, ι, οι) των παροξύτονων ρημάτων και ονομάτων. π.χ. βρέχει, αντραδέρφη. Στο πρώτο παράδειγμα προφέρουμε τη λέξη σαν να είναι μονοσύλλαβη. Δεν προφέρουμε βρέ-χει (δισύλλαβη) ούτε βρέχ’ (μονοσύλλαβη και να λείπει το ει). Στο δεύτερο παράδειγμα το τμήμα –δέρφητο προφέρουμς μαζί.α-ντρα-δέρφη.
Στον πληθυντικό αριθμό τα ρήματα τονίζονται στην προ-προπαραλήγουσα. π.χ. άρμιξαμαν, έρχουμασταν. Επίσης στον ίδιο αριθμό έχουμε κατάληξη -μαν, αντί -με. π.χ. πήγαμαναντί πήγαμε. Την κατάληξη -μαν τη συναντάμε και στον παρατατικό.π.χ. ήμαν, λούζουμαν, έρχουμαν.
Ο άτονος φθόγγος -ε- μετατρέπεται σε -ι- και κάποιες φορές σε -α-, π.χ. φάτι (φάτε), αλάφι (ελάφι). Οι άτονοι φθόγγοι -ο- και -ω- μετατρέπονται σε -ου-. π.χ. έλατου (έλατο), ου Γιώργους (ο Γιώργος), γλέπου(βλέπω). Το τονιζόμενο -ω- προφέρεται πολλές φορές -ου- ιδίως στα ρήματα. π.χ. θα παντριφτού (θα παντρευτώ), θα καού (θα καώ). Έχουμε την περίπτωση όπου ο άτονος φθόγγος -ο- γίνεται -α-. π.χ. αρφανός (ορφανός) ή την περίπτωση που το άτονο -ου- γίνεται -α-, αρανός (ουρανός).
Το αρσενικό άρθρο ου γίνεται η. π.χ. η Κώστας, η αδιρφός.
Χρησιμοποιείται το ευφωνικό προθετικό -α-. π.χ. αλάθους (λάθος), αχείλια (χείλια).
Ανάγουν τον τόνο. π.χ. κάκια(κακία), πόνηρους (πονηρός), αδικιά (αδικία), αγρυπνιά(αγρυπνία).
Παραλείπονται κάποιοι φθόγγοι σε λέξεις. π.χ. παίρου (παίρνω), διαλέου (διαλέγω), πλαϊάζου (πλαγιάζω), πράμα (πράγμα).
Αναπτύσσουν επιπρόσθετους φθόγγους σε λέξεις. π.χ. μέργια (μέρη), χαράργια, νουρά (ουρά).Ο φθόγγος -ν- πολλές φορές είναι συνεκφορά του τελευταίου -ν- της προηγούμενης λέξης. π.χ. την ουρά (νουρά). Ο ίδιος φθόγγος συνηθίζεται πολύ στα τραγούδια, και χάριν ευφωνίας, μπροστά από τα φωνήεντα. π.χ. ν-ιψές που μπήκα στου χουρό. Στα τραγούδια συνήθως παρουσιάζεται και ο ημίφωνος φθόγγος -ι- μετά από τα φωνήεντα (α, ο, ε). π.χ. βλαχόιπουλο.
Τα μέσα ρήματα που καταλήγουν σε -μαισυνήθως καταλήγουν σε -όμι. π.χ. ουρκιόμι (ορκίζομαι), θ’μόμι(θυμάμαι).
Κάποιες φορές γίνεται μετάθεση φθόγγων μέσα στο εσωτερικό της ίδιας λέξης π.χ. κίτιρνους (κίτρινος), βαλέρα(βαρέλα), βουλύμι (μολύβι), κιρδέσει (κερδίσει), δειουποιού (ειδοποιώ).
Κάποιες λέξεις και κυρίως ονόματα προφέρονται παραφθαρμένες. π.χ. Βρουπίδ’ς αντί Ευριπίδης, Φταλίααντί Ευθαλία.
Η προφορά των φθόγγων είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο. Ο Δανός γλωσσολόγος και φιλέλληνας Κάρστεν Χεγκ μελέτησε με επιστημονικά κριτήρια τη γλώσσα των Σαρακατσιαναίων. Στο έργο του, «Οι Σαρακατσάνοι, μια ελληνική νομαδική φυλή», μελετάει και την προφορά. Για να γίνει περισσότερο κατανοητή η προφορά θα πρέπει να υπάρχει και ένα κατάλληλο ηχητικό ντοκουμέντο. Ο καιρός περνάει και οι άνθρωποι που προφέρουν αυθεντικά τη λαλιά μας ένας ένας φεύγουν. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο από τη μελέτη του Χεγκ ήταν ότι ο συγκεκριμένος μελετητής απέδειξε ότι στη γλώσσα των Σαρακατσιαναίων δεν υπάρχουν φωνητικά και μορφολογικά φαινόμενα από άλλη γλώσσα. Η γλώσσα τους είναι καθάρια ελληνική.
Κάποια στοιχεία προφοράς είναι: το φωνήεν -ε- προφέρεται κάποιες φορές μεταξύ -ε- και -α- όπως στη λέξη κουπέ(α)λλα. Το φωνήεν -η- προφέρεται κάποτε (στη μέση της λέξης) μεταξύ -η- και -ε- όπως στη λέξη τ(ε)ήρα. Το φωνήεν -ο- προφέρεται κάποιες φορές πιο στενά ή το -ου- προφέρεται περισσότερο προς το -ο-. Κάποια σύμφωνα προφέρονται πιο παχιά.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Δύο ήταν τα σημαντικότερα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν σε αυτήν την εργασία: το ένα ήταν η ορθογραφία και το άλλο η ερμηνεία αρκετών λέξεων. Πώς, για παράδειγμα, να γράψεις σωστά τη λέξη λιφαντινήή τη λέξη τιτριμήδις, όταν δε γνωρίζεις την ετυμολογία τους; Στις περιπτώσεις αυτές χρησιμοποιούνται τα πιο ισχυρά φωνήεντα. Έτσι γράφουμε κυρίως με -ι- και με -ο-. Η ερμηνεία κάποιων λέξεων ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Σε κάποιες παλιακές λέξεις, όπως π.χ. τη λέξη αξ’βώνου, δε στάθηκε δυνατό να βρεθεί ικανοποιητική απάντηση. Ή πώς να ερμηνεύσεις τις λέξεις: βόμπιρας, βουλιασμένη, τσιφτιλής. Εκτός τούτου κάποιες λέξεις εκφράζουν πολλά συναισθήματα και νοήματα από κοινού, όπως οι λέξεις σαρκώνου, χαρδακίζου, θιαμαίνουμι. Είναι, λοιπόν, συχνά δύσκολο, να αποδώσεις σωστά την ερμηνεία αυτών των λέξεων. Έγινε προσπάθεια να προσεγγιστούν στο βαθμό που ήταν δυνατό. Στις λέξεις που δεν υπάρχει βεβαιότητα για την ερμηνεία τους σημειώνεται η συντομογραφία (πιθ.), δηλ. πιθανόν.
Κάποιες λέξεις έχουν περισσότερες σημασίες. Με τον αριθμό 1 δηλώνεται η κύρια σημασία της λέξης. Οι επόμενοι αριθμοί αναφέρονται στις δευτερεύουσες σημασίες. Χρόνο με το χρόνο οι μνήμες αμβλύνονται. Ποια είναι η κύρια σημασία σε μια λέξη και ποια είναι η δευτερεύουσα σημασία της; Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει και λάθος.
Η ραχοκοκκαλιά της λαλιάς των Σαρακατσιαναίων είναι κοινή για όλους όπου και αν αυτοί βρίσκονται. Πιστεύουμε ότι στις δέκα λέξεις που χρησιμοποιούν οι οχτώ με εννιά είναι ίδιες για όλους. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιες λέξεις κοινές σε όλους: ουϊδίζου, χαρδακίζου, συβάζου, αντικιάζου, ξαμώνου, ξαγγλίζου, ξαρίζου, ανιβατίζου, δουκιώμι, χαρτώνου, δουμός, χαλιάς, σάρα, κατασάρκι, χαμουκιέρασα, κουσμάρι, σέια, σκαπιτάου, συγκιριάζου, ουρμώνου, ουβουρός, τυρουλόι, αγγειά, νάνις, βουλιόμι, αλαφρώματα, θαλαπώνου, τιλεύου, χουμπώνου.
Υπάρχουν στους Σαρακατσιαναίους κάποιες λέξεις διαφορετικές από περιοχή σε περιοχή. Αυτές τις λέξεις τις πήραν από τους ντόπιους πληθυσμούς με τους οποιους έρχονταν σε επαφή. Στην Ήπειρο, για παράδειγμα,. χρησιμοποιούμε τις λέξεις αμούντι και κιαμέτι που χρησιμοποιούν οι κάτοικοι του Ζαγορίου ή αντί για τη λέξη βάτραχρησιμοποιούμε τη λέξη γωνιά. Οι Σαρακατσιαναίοι της Μακεδονίας χρησιμοποιούν τη λέξη λάμμουμα που χρησιμοποιούν και οι ντόπιοι κάτοικοι. Στην εργασία αυτή θεωρούνται λέξεις της σαρακατσιάνικης λαλιάς όλες οι λέξεις που χρησιμοποιούν οι Σαρακατσιαναίοι σε οποιοδήποτε μέρος και αν αυτοί βρίσκονται.
Μερικοί Ιδιωματισμοί μεταξύ των ίδιων των Σαρακατσιαναίων.
αφούντζια-καρκατσάβαλα
βάτρα-γουνιά
βλουϊρό-σφράιστρου
δίμοιρου-φουρκή
κιχαϊάς-τσέλιγκας
κουκιάζου-κουτσακιάζου
κουλιμπριά-κιαμέτι
κούμπουσι ου κούκους-τσάκ’σι ου κούκους
κουρκουσούρα-μουζαβίρου
λαλάς-μπάρμπας
μαντ’λώματα-ζώσματα
μαρτζιλάτα-σκ’λαρ’κάτα
μιλαδέρφια-αλλάδιρφα
μπ’χτάρια-παλ’κάρια
νηαρστά-μπιρμπιλόνια
ντόλι-βάρδα, βάρδια
ξαργού-ξυμμουτόχ
ξιθάλι-σύντραβλου
πιστρόφια-γυρίσματα
πτόγαλου-στάλπη
ρόγα-δίκιου-χάκι
ρουϊδάμι-ξιφύλλι
τέντα ( πρόχειρο κατάλυμα)-τσιατούρα
τζαμαλλάου-τσαμπαδή
τσιαλαφούτι-γαλουτύρι
τσιμπούκι-στριφτάρι
φαλκάρι-τσιλιγκάτου
φίνου-σούμα
φλαμπουριάρ’ς-μπράτ’μους
Η λέξη μπιρχαντάρι λέγεται και μπιρχάρι.Η λέξη λαπασσάρ’σι λέγεται και λασσάρ’σι.
Μερικά ρήματα δεν τα συναντάμε στο πρώτο πρόσωπο. Για το λόγο αυτό έχουν καταγραφεί στο πρόσωπο που συνήθως τα συναντάμε: γληγουράτι, δείλνισι, γλιντιστού, λαπασσάρ’σι, τσιάλτσι, κούπσι, λατανάει κ.ά.
Οι παρακάτω λέξεις, και όχι μόνον αυτές, είναι λέξεις που οι Σαρακατσιαναίοι τις έβαλαν στο δικό τους καλούπι: βούκουλας (βουκόλος), ζουγραφιστής (ζωγράφος), βαρκαδόρους (βαρκάρης), φαλάγγια (φάλαγγα), σύλλουγα (συλλογή), σύμφουνου (συμφωνία), συγκαίρια,όχτικας, τζιουμπανιά, φέγινου, βαριτάρους, κουρασινή.
Η σημασία των λέξεων αλλάζει από εποχή σε εποχή. Διατάζου (συμβουλεύω), καταπατού (βολιδοσκοπώ), προσφέρου(παρομοιάζω), παραδίνου (βρίζω), δικαιούμι (υποχρεούμαι), γεύουμι (ταλαιπωρούμαι), ουργή (κατάρα), δίκιου (μισθός), δίκια (μέτρια, κανονικιά).
Με τις λέξεις: αρνί, γίδα, στέρφη, βλάχος, λ(ε)ιανός, ασήμι, καλός, ζυγούρι, παρά, κακός, από, γαλάρια, γλυκός, κοντός, πρότα γίνονται μεγάλες οικογένειες λέξεων. Πολύ συνηθισμένο φαινόμενο είναι οι σύνθετες λέξεις: ψαχνουρουτάου, ομουρφουκαλλιαστά, ομουρφουφριντζουμένα, ρημουλιθουπάτι, νυχτουπιρπατάρης, πικρουγιουματίζου, χιλιότρανους κ.ά.
Η πλούσια βουνίσια χλωρίδα έχει τη θέση της στη σαρακατσιάνικη λαλιά με πολλές, ποικίλες και πρωτότυπες λέξεις. Πολλές από αυτές πρέπει να τις έχουν επινοήσει οι ίδιο οι Σαρακατσιαναίοι: βουζουκρανιά, μιλόκιδρους, γιελαντζούρι, καρδάματα, κρουνουφάγια, στρουγκάνι, λαγαφτάκια, πλατουμαντίλις, μαλλαρουκουλιά και πάρα πολλές άλλες.
Οι Σαρακατσιαναίοι εκφράζουν την αγάπη για το βιο τους με λέξεις που κρύβουνμέσα τους ακρίβεια και ομορφιά: καλαμουβύζα, καλουγάλαρη, καλάρμιχτη, βιτσουνόρα, μακρουνόρα, πιρδικουκάλλισια, στριφτουκιέρα, αλπουνόρα, κουτσουκιέρα, τσιμπουρουβύζα, μαλλάτη, βλασάτη, σπαρτόμαλλη, πρασόμαλλη, αλαφότριχη, δριπανόρραχη κ.ά.
Συντομογραφίες

άκλ. = άκλιτο
αντων.= αντωνυμία
αριθμ. = αριθμητικό
βλ. λ. = βλέπε λέξη
επίρρ. = επίρρημα
επιφ. = επιφώνημα
μόρ. = μόριο
μτφ. = μεταφορικά
πιθ. = πιθανόν
πρόθ. = πρόθεση
σύνδ. = σύνδεσμος
τ. = τεύχος