portraita





Από τους αρχαίους χρόνους οι μετακινήσεις διαφόρων φυλετικών ομάδων γίνονται στη μεγάλη γεωγραφική ενότητα της Βαλκανικής και της Ελληνικής χερσονήσου και μέσα στα πλαίσια των μεγάλων αρτηριών που αρχίζουν από τον Αίμο ως το Αιγαίο, από την Αδριατική ως την Κ/Π και τη Μικρά Ασία.

Στον ίδιο χώρο κινείται και ο νομαδισμός με επίκεντρα σημεία τους ορεινούς όγκους της Πίνδου και της Ροδόπης. Και στα δύο αυτά ορεινά συγκροτήματα κυριάρχησαν οι Έλληνες νομάδες, οι Σαρακατσάνοι. Οι Σαρακατσάνοι γνώριζαν με κάθε λεπτομέρεια όλα σχεδόν τα βουνά και τους κάμπους κάτω και νότια του Αίμου. Τα βόρεια σύνορα της εξάπλωσης τους ακολουθούσαν τη νοητή γραμμή από τα Αδριατικά παράλια, προχωρούσαν νότια του Σκάρδου, του Ορβήλου και του Αίμου και έβγαιναν στον Εύξεινο Πόντο. Από την Προποντίδα συνέχιζαν στη Μικρά Ασία για να φθάσουν στην Καππαδοκία και να καταλήξουν στους κάμπους της Θράκης, της Θεσσαλίας, της Εύβοιας και της Πελοποννήσου.

Η ζωή των Σαρακατσάνων συνιστούσε ένα αδιάκοπο ταξίδι στις λάκκες και τα ισιώματα με τα λάγια πρόβατα, τα καλογάλαρα. Κινούνται ελεύθερα εξασφαλίζοντας την ανεξαρτησία τους και διατηρώντας αυτούσιο τον τρόπο ζωής τους.


Τις επιδράσεις αυτού του αδιάκοπου ταξιδιού περιγράφει το 1920 με γλαφυρότητα ο Δανός Κάρστεν Χέγκ, που «ήταν Δανός στην καταγωγή, άλλα Έλληνας από επιλογή». «Η ζωηρότητα του πνεύματος και η ελευθερία της ψυχής, έλεγε, είναι μοναδικά σ' αυτούς τους ανθρώπους. Το αγόρι στα δεξιά ακτινοβολεί τη γοητευτική ευθυμία, ένα αίσθημα ιλαρότητας, μια κεφάτη διάθεση που κάνει τους Σαρακατσαναίους να ξεχωρίζουν από την πλειονότητα των Ελλήνων».

Ο Ευριπίδης Μακρής, ακούραστος σκαπανέας της γνώσης γεννήθηκε, όπως ο ίδιος μαρτυρεί, «σ' ένα κονάκι» βιώνοντας μέσα από τη στάνη και το νομαδισμό τα ήθη και τα έθιμα των Σαρακατσάνων. Με τις πλούσιες πνευματικές και επιστημονικές του συγκομιδές κατέστη γνώστης της Παιδαγωγικής επιστήμης και της Λαογραφίας. Απέκτησε γνώσεις που δεν έχουν μόνο θεωρητικό υπόβαθρο, αλλά εκδιπλώνονται και μετουσιώνονται σε πράξη, στην μεν Παιδαγωγική επιστήμη με τη διδασκαλία και τα βιβλία του, στη δε Λαογραφική επιστήμη με τις εμβριθείς και εμπεριστατωμένες μελέτες του γύρω από τη ζωή και τη δράση των Σαρακατσαναίων.

Ο Ε. Μ έγραψε 15 βιβλία και πλήθος μελετών με σχολικό, ιστορικό, λαογραφικό κ.λ.π περιεχόμενο. Απόδειξη της αναγνώρισής του έργου του είναι η βράβευσή από την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία του βιβλίου του με τίτλο «ΖΩΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ»., το οποίο σημείωσε δύο εκδόσεις, η μία το 1990 και η άλλη το 1997. Στο πλούσιο συγγραφικό του έργο προβάλλεται όλος ο νοητικός δυναμισμός στην προσπάθεια ν' αναδειχθούν και να αναλυθούν οι λεπτές κρυφές πτυχές του πνευματικού του αντικειμένου.

Το έργο του Ε. Μ διακρίνεται από μια χειραφέτηση των ιστορικών, λαογραφικών και παιδαγωγικών του αναζητήσεων και εκφράσεων, που διαπερνά και εμπλουτίζει τα ανωτέρω γνωστικά αντικείμενα με νέα στοιχεία και ανοίγει νέους πνευματικούς ορίζοντες. Με τα βιβλία του, τις μελέτες, τα διηγήματά και την ακούραστη δράση του, καθίσταται ένας «ειδικός διανοούμενος», με την ευρεία έννοια του όρου που διαμόρφωσε ο Νίκος Πουλαντζάς, καθόσον οι συνολικές του παρεμβάσεις και προβολές τυγχάνουν ευρύτερης αποδοχής λόγω του ρόλου που διαδραματίζουν στους επί μέρους τομείς γνώσης.

Ο συγγραφέας διακρίνεται επίσης για την πλούσια και συλλογική προσφορά και δράση. Διετέλεσε για 8 χρόνια πρόεδρος της «Αδελφότητας Σαρακατσαναίων Ηπείρου» και για 4 χρόνια επιστημονικός συνεργάτης της «Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Σαρακατσαναίων». Υπήρξε ιδρυτής του περιοδικού «ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΟΙ» που εκδίδεται στα Ιωάννινα από το 1984. Είναι μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου και της Ηπειρωτικής Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών.


Για την πνευματική και συγγραφική του δράση ο Ε.Μ. βραβεύτηκε από την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία και το Λαογραφικό Μουσείο Σαρακατσάνων.

Το νέο βιβλίο του συγγραφέα με τίτλο «ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ», είναι ένας επιστημονικός κόπος πολλών ετών και αποτελεί μια ιστορική και λαογραφική παρακαταθήκη.

Η συγκέντρωση του υλικού είναι ένα κοπιώδες αποτέλεσμα επιτόπιων επισκέψεων στη Βουλγαρία, όπου κατέστη δυνατόν να συγκεντρώσει τα απαραίτητα πρωτογενή στοιχεία με τις προσωπικές επαφές, τις συνεντεύξεις, τις ηχογραφήσεις κ.λ.π.

Μέσα από τη διαδικασία αυτή ο Ε.Μ. επιτυγχάνει μια δυναμική ανασύσταση των τεκμηρίων που μας προσφέρει η ζωή και η δράση των Σαρακατσαναίων.Διασαφηνίζει το ιστορικό και λαογραφικό πλαίσιο των απόψεων που διατυπώνονται για την ταυτότητα και την εξάπλωσή τους. Διακρίνεται για την πολύπλευρη ανάδειξη της εσωτερικής άρθρωσης και ενότητας του βίου των Σαρακατσαναίων της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, αλλά και στα άλλα μέρη της διασποράς τους. Αποδεικνύει την ώσμωση και την ενάργεια των ηθών, των εθίμων και των παραδόσεων του υλικού και πνευματικού βίου.

Ο συγγραφέας μας παρέχει τη δυνατότητα να εισχωρήσουμε, να εμβαθύνουμε και να ανιχνεύσουμε την παράδοση των Σαρακατσάνων. Να κατανοήσουμε την ταυτότητα των γενετικών αιτίων των διαφόρων συλλογικών εκφράσεων, που καταδεικνύουν ότι οι Σαρακατσάνοι εξακολουθούν να αποτελούν μια συμπαγή κοινωνική ομάδα που διατηρεί και διασφαλίζει τα θέσμια, τις κληρονομιές και τις παραδόσεις.

Το βιβλίο δεν παρουσιάζει μια στατική κατάσταση, αλλά μια δυναμική εξέταση του χαρακτήρα και της συνείδησης των Σαρακατσάνων. Η γλώσσα, τα έθιμα, τα τραγούδια και η τέχνη, αποτελούν την πρακτική έκφραση του θεωρητικού υποβάθρου της λειτουργίας του «σαρακατσάνικου γίγνεσθαι». Αποτελούν την εσωτερική υφή της υλικής πραγματικότητας. Αυτή η υλική πραγματικότητα συνιστά την ιστορική και λαογραφική παρακαταθήκη, η οποία εγχαράσσεται στο βιβλίο του συγγραφέα και ενσταλλάσσεται στη σκέψη και τη συνείδηση.


Ο Ε.Μ μας βοηθά όχι μόνο να κατανοήσουμε μέσα από τις μεστές σελίδες του βιβλίου του την ιστορικότητα των Σαρακατσαναίων, αλλά και μας παροτρύνει να σμιλεύσουμε επιδέξια τα αναλυτικά εργαλεία με τα οποία θα μπορέσουμε να επιχειρήσουμε με ασφάλεια μια συγκριτική θεώρηση του βίου των Σαρακατσάνων της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Η θεώρηση αυτή εδράζεται στην ευρύτητα και την αμεσότητα του υλικού που συγκέντρωσε ο συγγραφέας και το οποίο αποτελείασφαλείς οδοδείκτες για μια περαιτέρω εμβάθυνση σε συγκριτική μελέτη.

Ο Ε.Μ προβαίνει σε μια πρωτότυπη και τεκμηριωμένη ανασυγκρότηση των στοιχείων της ενότητας των Σαρακατσαναίων της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Οι αφηγήσεις, για παράδειγμα, για τα έθιμα και τα τραγούδια είναι οι ίδιες και είναι ήδη γνωστές στους Σαρακατσάνους της Βουλγαρίας, όπως αποδεικνύεται από τις δηλώσεις τους στο Σλίβεν, όπου διαβεβαίωναν τον συγγραφέα ότι: «Αυτά ούλα που μας είπες τάχουμε ακόμα εμείς στους γάμους μας».

Η προβολή και η περιγραφή των κοινών γνωρισμάτων που αποκαλύπτονται από τη συγκριτική μελέτη του συγγραφέα, αναδεικνύουν και επιβεβαιώνουν την ενότητα του ψυχικού, του υλικού και του πνευματικού κόσμου των Σαρακατσάνων και αποδεικνύουν την ώσμωση που χαρακτηρίζει και διακρίνει τις εκδηλώσεις τους. Οι ορίζοντες που διανοίγονται με το βιβλίο του Ευριπίδη Μακρή είμαστε σίγουροι πως θα συμβάλλουν στην προσέλκυση και άλλων σκαπανέων για ν' αποκαλυφθεί σ' όλο του το μεγαλείο ο συγκριτικός και ενωτικός βίος των Σαρακατσάνων.

Από αυτή τη θέση επιθυμώ εκ μέρους της Εταιρείας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου να συγχαρώ τον συγγραφέα Ευριπίδη Μακρή και να του ευχηθώ να έχει πάντα δύναμη και κουράγιο, ψυχική και σωματική υγεία και δύναμη για να μπορέσει ν' ανασκάπτει την ιστορία και την παράδοση των Σαρακατσάνων.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΑΡΜΑΚΗΣ