portraita

Μνήμη Κώστα Νάκα

του Κώστα Γαρέφη

Ιατρός - Παραδοσιακός ερμηνευτής

Όταν κάποτε ρώτησαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο πώς κατάφερε να φτάσει τόσο ψηλά, αν και δεν προερχόταν από κάποιο τζάκι τους απήντησε ως εξής: «Σαν είναι ο τράγος δυνατός δεν τόνε σκιάζει η μάντρα ο άντρας κάνει τη γενιά και όχι η γενιά των άντρα».

 Δυνατός μέσα από τις επιλογές του αναδείχθηκε και ο αείμνηστος Κώστας Νάκας, ο δικός μας μπάρμπα-Κώστας. Πήδηξε τη «μάντρα» της εποχής του, η οποία δεν κατάφερε να συγκρατήσει την προσωπικότητά του σε μία συμβατική ζωή, αλλά κατάφερε να ξεδιπλώσει τα χαρίσματα που του χάρισε ο Θεός, αναδεικνύοντας τη «γενιά» του. Και τούτο το πέτυχε προσφέροντας σε αυτή τα «ίδια εξ ιδίων». Ήταν αυτός που απέδωσε με το τραγούδι του, κατά τρόπο βιωματικό και συμπύκνωσε την έκφραση μιας ολόκληρης «γενιάς», αυτής των Σαρακατσαναίων, η οποία τότε βρισκόταν σε ένα μεταίχμιο. Σε αυτό το μεταβατικό στάδιο της μόνιμης μετεγκατάστασης από τα  βουνά στα αστικά κέντρα, δεν ντράπηκε για τη γενιά του, όπως πολλοί σύγχρονοί του. Αντίθετα, ήταν από τους πρώτους πού την προέβαλλε, μέσα από το μουσικό της πλούτο, στον ευρύτερο ελληνικό χώρο.

Ο ίδιος αναφέρει, μέσα από συνέντευξη* που παραχώρησε πριν από λίγα χρόνια:

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ - ΤΟ ΣΟΪ

Γεννήθηκα στις 15 Μαρτίου του 1945 στην Πλασιά, ένα μικρό χωριό της Αγιάς στη Λάρισα απ έξω, εκεί που τότε είχε τα κονάκια ο πατέρας μου, στο ρ’μάνι, όπως το ΄λεγαν. Είμαι γραμμένος στο Καστρί, εκεί ανήκε το χωριουδάκι αυτό. Το 1950 κάναμε αγορά και πήγαμε πιο δίπλα, στη Δήμητρα. Ο πατέρας μου ήταν ο Βασίλης και η μάνα μου η Δήμητρα, ήταν από τους Λιαγκαίους και στην οικογένεια είμαστε δυό αδέλφια και τέσσερις αδελφές - εγώ είμαι ο τελευταίος. Είκοσι χρόνια ήμουνα το χ’μώνα στην Τσούξανη (τη Δήμητρα) και το καλοκαίρι στο Βέρμιο. Εκεί στο Σιδεράκι αγρείκ’σα, απ’ το 1950 μέχρι το 1970 που τσάκ’σα τ’ γκλίτσα κι έφυγα.

Ο ΝΟΜΑΔΙΚΟΣ ΒΙΟΣ

Από πέντε χρονών μέχρι τα είκοσι πέντε, έζησα το πάνω-κάτω. Τα πρώτα χρόνια με τα πόδια, όλοι μαζί. Ξεκίναγαμε όλες οι οικογένειες αντάμα. Καραβάνι, στράτα, τσιατούρες. Στη στράτα αυτή, φεύγαμε από Λάρισα, Τύρναβο, Ελασσόνα, Σαραντάπορο, Σέρβια Κοζάνης (τότε δεν υπήρχε η λίμνη) και βγαίναμε στο Βέρμιο, από εκεί που τώρα είναι τα εργοστάσια της ΔΕΗ. Μετά, ανεβαίναμε στο Σιδεράκι, που είναι ακριβώς πάνω από τη Νάουσα, από τον Άγιο Νικόλα ίσια απάνω. Άμα έπαιρνες το μονοπάτι από κει, σ’ έβγαζε στα καλύβια τα θ’κά μας, δεν είχε άλλα στο στρατί να συναντήσεις. Το φθινόπωρο πάλι, όταν έφευγαμε από κει, πάλι έκαναμε τη στράτα προς τα κάτω, καραβάνι με κονάκια και τσιατούρες, κάναμε πάνω από δέκα κονάκια. Οι μισοί οι θ’κοί μας έμεναν στο Αερινό και οι άλλοι μισοί έμεναν εδώ στο χωριό το δικό μας, την Δήμητρα. Τα έχω ζήσει όλα από μικρός, όλη αυτή τη σειρά και σ’ αμπροστά με τις βαβές.

ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Στο Βέρμιο δεν υπήρχε στάνη που να μην είχε δάσκαλο για τα παιδιά. Όταν έβγαιναμε απάν στα καλύβια, μας ήφερναν το δάσκαλο. Όταν ήταν καλός ο καιρός έκαναμε όξω μάθημα. Κάναμε ό,τι δεν είχαμε κάνει στο χωριό και μετά μας έκανε για σιά μπροστά. Στα χειμαδιά στο χωριό, εγώ δεν έκατσα ποτέ να τελειώσω το σχολειό μέχρι τον Ιούνιο. Στις 20 Μάη έφευγαν τα κοπάδια και θυμάμαι μας έβαζε ο δάσκαλος διαγώνισμα πιο πριν, για να φύγουμε.




ΑΠΟ ΠΑΙΔΙ ΣΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ-Τ’ ΑΚΟΥΣΜΑΤΑ

Από μικρός τραγούδαγα στα πρότα, ήταν μέσα μου. Πάντα πάλευα με κάτι φλογέρες, και έφτιαχνα κλαρίνο από ξύλο. Και τραγούδαγα εκεί, σε συγγενήδες και σε χαρές.

Η μάνα μου η Δήμητρα ήταν από τους Λιαγκαίους. Η Μαρία η Λιάγκα που έχουμε τραγουδήσει μαζί και έχουμε βγάλει δίσκους είναι πρώτη μου ξαδέλφη. Ο μπάρμπας μου, ο πατέρας της Μαρίας ήταν πολύ μερακλής. Μού ‘λεγε ένα στιχάκι, το ‘γραφα εγώ. Πολλά από τα τραγούδια τα παλιά που έχω καταγράψει και έχω συγκεντρώσει μου τα είπε ο μπάρμπας μου, αλλά και άλλοι παλιοί.

Ο πατέρας του παππού μου ο Γιώργος ο Νάκας είχε κι έναν αδελφό κι έχω ένα τραγούδι γι αυτόν. «Τρείς περδικούλες κάθονταν στο Καταφύγι στη ράχη» (Το Καταφύγι είναι στα Πιέρια). Είχε κάνει κλέφτης δεκαοκτώ χρόνια και είχε φτάσει μέχρι και τα Σκόπια πού ήταν Τούρκικο, η Ελλάδα ήταν απ’ τον Τύρναβο και κάτω. 

Οι θ’κοί μας οι παλιοί τραγούδαγαν τα Σαρακατσάνικα, αλλά μετά βγήκαν και τα τραγούδια του γραμμοφώνου. Πολλά τραγούδια δεν τα ‘χα ακούσει, δεν τα ‘ξερα κι όλα. Και πήρα κι από άλλους.

ΑΠ’ ΤΟ ΚΟΝΑΚΙ…ΣΤΟ ΜΙΚΡΟΦΩΝΟ

Το 1966, μόλις είχα απολυθεί από φαντάρος, έλεγα στον πατέρα μου: θα φύγω, θα πάω να γένω τραγουδιστής. «Μα, θα παρατήσουμε τη δ’λειά μας εδώ, θα αφήκουμε τα πρόβατα;», αλλά εγώ επέμεινα και πράγματι το 1970 το Γενάρη ήρθα στην Αθήνα. Στην αρχή έπιασα δουλειά σε ένα τυροπωλείο και από εκεί ξεκίνησα σιγά-σιγά.

Το 1971 ο Κώστας Νάκας ηχογράφησε ένα δισκάκι, στο οποίο τα τραγούδια τα είχε γράψει ο ίδιος. Ένα από αυτά ήταν το «Άσε με χάρε άπονε» το οποίο είχε γράψει για ένα ξάδελφο του, που ενώ βόσκαγε τα πρόβατα έξω απ’ το χωριό, σκοτώθηκε όταν τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο.

Η πρώτη διαφήμιση που ακούστηκε στ’ όνομα του ήταν στο ραδιοφωνικό σταθμό της Άμφισας, που έβαζε δημοτικά τραγούδια. Όπως ο ίδιος θυμάται άκουσε τον ραδιοφωνικό παραγωγό να λέει «Και τώρα θα ακούσετε το  «Άσε με χάρε άπονε» από τον Κώστα Νάκα». Εκείνη την ώρα δάκρυσα και με πήρε το παράπονο, αναφέρει ο ίδιος.

ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ

Στο ξεκίνημα βοήθησε και ο παράγοντας τύχη εκτός από τις δυνατότητές μου. Ήταν ένας θ’κος μας στην ΥΕΝΕΔ, ο Θόδωρος ο Τιμπλαλέξης. Τότε παρουσίαζε από το 1971 έως το 1973 δημοτικά τραγούδια και λέει:

-κε Διονυσόπουλε γιατί δεν βάζεις Σαρακατσαναίικα τραγούδια;

-Δεν έχω του απαντά εκείνος.

-Θα σε στείλω εγώ του λέει να βρείς.

Πράγματι ήρθε αυτός, με βρήκε και μου ζήτησε να τραγουδήσω. Πήρα ένα άλλο παιδί τον Θανασάκη τον Ντόβα και πήγαμε να τραγουδήσουμε Σαρακατσαναίικα. Είπαμε το «Κίνησαν τα Τζαμόπουλα - Κάτω στον κάμπο τον πλατύ - Πήρε ο Μάρτης δώδεκα» και άλλα. Η εκπομπή έγινε απ’ ευθείας, ζωντανή και για πρώτη φορά τότε ακούστηκε το Σαρακατσάνικο τραγούδι στα ΜΜΕ.

Τού άρεσε του Διονυσόπουλου και μου είπε να πάω στις 25 Μαρτίου να τραγουδήσω Σαρακατσαναίικα. Πήγαμε στην Παιανία και έκαναμε έναν κούρο με αναπαράσταση το άρμεγμα στα πρόβατα. Μετά πήγε στην ΕΡΤ και με ξανακάλεσε. Εκεί μου είπαν να κάνω δοκιμαστικό. Παίρνω λοιπόν μία ορχήστρα, κάνουμε μία ηχογράφηση, με εγκρίνανε και την έπαιξαν στο ραδιόφωνο. Κάποια στιγμή με παίρνουν τηλέφωνο : Κύριε Νάκα, ελάτε να κάνουμε εκπομπή. Μού είπε τότε ο Διονυσόπουλος: Κωστάκη, ετοιμάσου να κάνουμε εκπομπή για τους Σαρακατσαναίους που έρχονται από τα β’νά στα χειμαδιά.» Σκεφτόμουν ποιό τραγούδι να βρω, τότε ήταν που έγραψα το «Φεύγουν τα λάια πρόβατα». Έγραψα και τους στίχους και τη μουσική. Στη συνέχεια ειδοποίησα τους συγγενείς μου για την εκπομπή. Τότε τα σπίτια δεν είχαν τηλεόραση και οι θ’κοί μας οι Σαρακατσαναίοι μάσαν τα κοπάδια μέσα και πήγαν στο καφενείο ούλοι. Μαζώχκαν γ’ναίκες, άντρες, μπαρμπάδες και με είδαν. Όλοι οι συγγενήδες, η μάνα μου, ο πατέρας μου συγκινήθηκαν, έβαλαν τα κλάματα. Και είπε τότε ένας χωριάτης στον πατέρα μου: «Βασίλη, τον Κωστάκη μην τον κλαίς, τώρα να τον καμαρώνεις, γιατί αυτός τραγούδαγε πέρα στα καραούλια και τώρα μας έμασε όλο το χωριό εδώ για να τον δούμε».

Μετά άρχισαν και με καλούσαν οι συλλόγοι. Το 1973 με ανακάλυψε ο μπάρμπα Βασίλης ο Τσαούσης. Με είδε στην τηλεόραση, ήρθε στην Αθήνα με έψαξε, με ήβρε και με κλείνει στο χορό των Σερρών, που τότε ήταν πρόεδρος. Ήρθαν από τη Θράκη ο Χρήστος ο Δαλακούρας και ο Τάκης ο Καραγιάννης ο ιδρυτής της εφημερίδας μας «Ηχώ των Σαρακατσαναίων». Με βρίσκουν και μου λένε, είμαστε από το σύλλογο Θράκης και θέλουμε να ‘ρθεις. Είχαν ένα σύλλογο τότε, και θα γίνονταν ο χορός στην Ξάνθη. Τους είπα ότι δεν μπορούσα γιατί είχα πάρει μία μέρα άδεια για να πάω στις Σέρρες. Αυτοί ήθελαν δύο μέρες πριν και είπε ο Χρήστος: «Εμείς άμα δεν σε πάρουμε μας είπαν να μην πάμε απάνω». Τελικά παρακάλεσαν το αφεντικό μου και αυτός με άφησε. Έπειτα, ο Κώστας Νάκας έγινε αποκλειστικά επαγγελματίας τραγουδιστής κι από το τραγούδι έζησε την οικογένειά του.

Η ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ

1977 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Νο1
1978 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Νο2
1979 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑ
1981 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ
1983 ΣΤΑ ΜΑΡΜΑΡΕΝΙΑ ΤΑ ΒΟΥΝΑ
1983 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΟΙ (ΒΟΣΚΟΤΟΠΙΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ)
1986 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΟ ΓΛΕΝΤΙ
1989 ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΟΙ
1993 ΚΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Νο1 ΚΑΙ Νο2
1995 ΤΑ ΚΛΕΦΤΙΚΑ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ
1998 Ο ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΣ
2000 ΤΑ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΙΚΑ
2002 30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΝΤΑΜΑ
2004 Ο ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ
2007 ΕΣΥ ΧΡΥΣΕ ΜΟΥ ΣΤΑΥΡΑΗΤΕ
2008 ΤΑΒΛΑΣ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ
2009 ΕΤΣΙ ΓΛΕΝΤΟΥΝ ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΟΙ
2010 ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ ΒΓΑΙΝΕΙ ΝΕΡΟ
2011 ΑΓΙΕ ΜΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΑΦΕΝΤΗ ΜΟΥ
2013 ΑΠ’ ΤΟΝ ΜΩΡΙΑ ΩΣ ΤΗ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Της παραπάνω δισκογραφίας προηγούνται τρία δισκάκια με διάφορα δημοτικά τραγούδια. Ο Κώστας Νάκας συνεργάστηκε με σημαντικούς μουσικούς όπως: ο Βασίλης Μπατζής, ο Γιάννης Τσικώνης, ο Αποστόλης Τζιαχρής, ο Νίκος Φιλιππίδης, ο Κώστας Ζαραλής κ.α.



Ο ΓΑΜΟΣ- Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Το Νοέμβριο 1976 ένωσε τη ζωή του με τα ιερά δεσμά του γάμου με τη Λουίζα Κωστούλα, η οποία κατάγεται από το χωριό Άγραφα Ευρυτανίας. Απέκτησαν τρία παιδιά, δυό κόρες, τη Δήμητρα και τη Μαρία και ένα γιό, το Βασίλη. Από τη μία του κόρη απέκτησε δύο εγγόνια. Η οικογένεια του αποτελεί πρότυπο ήθους.

Ο ΝΑΚΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΡΙΟ

Ο Κώστας Νάκας αναφέρει: Θα ‘θελα πάντως, όσοι αναλαμβάνουν τους συλλόγους, να αναλαμβάνουν με όλη τη σημασία της λέξεως. Αλλιώς να κάθονται παραδίπλα. Δηλαδή να χουμε τον τίτλο και να μην κάνουμε τίποτα; Κι όταν μπαίνεις σε τέτοιο χορό να μπαίνεις για να προσφέρεις και να ξέρεις ότι θα χάσεις κι από πάνω. Θέλει ανθρώπους που να ξέρουν με τι θα ασχοληθούν.

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΝΑΚΑΣ ΚΑΙ Ο Σ.Σ.Φ.Θ.

Ανατρέχοντας κάποιος στο έντυπο και ψηφιακό αρχείο του Συλλόγου Σαρακατσαναίων Φοιτητών Θεσσαλονίκης (Σ.Σ.Φ.Θ.) «ο Λεπενιώτης» θα διαπιστώσει ότι όλα αυτά τα χρόνια λειτουργίας του συλλόγου η παρουσία του Κώστα Νάκα στις χοροεσπερίδες ήταν σχεδόν αδιάλειπτη και παραδεδομένη. Δε νοούνταν γλέντι στο Σ.Σ.Φ.Θ. χωρίς το Νάκα. Ήταν ο διακριτός ρυθμιστής του χορού των φοιτητών αλλά και κάθε χορού. Ως ο τρανύτερος ξεκινούσε το χορό και ο ίδιος τον τερμάτιζε, με την αυγή του ηλίου, καθορίζοντας τη ροή του γλεντιού με τάξη και ευπρέπεια.

Επιπρόσθετα, ο μπάρμπα-Κώστας έδειξε την έμπρακτη στήριξη στο Σ.Σ.Φ.Θ. στη δύση της ζωής του, με την παραχώρηση του τελευταίου δίσκου του προς τους φοιτητικούς συλλόγους Σαρακατσαναίων. Ο τελευταίος δίσκος με τίτλο: «Απ’ το Μωριά ως τη Βουλγαριά» ηχογραφήθηκε τον Απρίλιο του 2013 και εκδόθηκε τον Ιούνιο του ίδιου έτους. Η διάθεσή του άρχισε από το 33ο Πανελλήνιο Αντάμωμα στο Περτούλι Τρικάλων. Η πρώτη έκδοση χρηματοδοτήθηκε από τον πρώην πρόεδρο του συλλόγου κ. Βασίλη Κατσαρό, ενώ η επόμενη και στο έξης από το Σ.Σ.Φ.Θ. Τα τραγούδια που απέδωσε ο Κώστας Νάκας ανήκουν στη συλλογή του κ. Θεόδωρου Γιαννιώτη, ο οποίος του τα παρέδωσε πολλά χρόνια πριν.

Ο ίδιος ο Κώστας Νάκας εκμυστηρεύτηκε στον γράφοντα αρχές Μαρτίου του 2013, την επικείμενη ανακοίνωση μιας απόφασής του, κάτι που θα μου «αποκάλυπτε» στο τέλος του μήνα, στο 23ο Πανελλήνιο Συνέδριο Συλλόγων Σαρακατσαναίων, που έγινε στη Λάρισα. Με το πέρας της εισήγησης του συλλόγου μας, μου έγνεψε για να μου ανακοινώσει την απόφαση του, που μου προανήγγειλε και η οποία με είχε βάλλει σε πολλές σκέψεις. Αφού καθίσαμε κάπου παράμερα μου λέει: «Κωστάκη, θα εκδώσω ένα δίσκο· μπορεί να είναι ο τελευταίος και λέω τα έσοδα και τα πνευματικά δικαιώματα να παν στους φοιτητές». Τον χρόνο εκείνο, σημειώνεται, ότι ο γράφων εκτελούσε χρέη προέδρου του Σ.Σ.Φ.Θ., εξ ου και απευθύνθηκε εις εμέ. Κατόπιν, με έντονη συγκίνηση τον ευχαρίστησα για όλη του τη στήριξη, τόσο προς τον σύλλογο, όσο και προς εμένα προσωπικά και ότι η κίνηση του αυτή, στην παρούσα φάση, αποτελούσε μάνα εξ ουρανού, καθ’ ότι τότε αναζητούσαμε έσοδα για την πραγματοποίηση του σχεδιασμένων δραστηριοτήτων του Σ.Σ.Φ.Θ. (έκδοση βιβλίου, περιοδικού, ανακαίνιση γραφείων κ.α.). Απάντησε τότε ο Νάκας, ένδακρυς, λέγοντας: «Εγώ στα χρόνια που ‘φτασα δε μ’ λείπετε ούτε η δόξα ούτε τ’ ακ’σμα, ας πάρουν τα έσοδα οι φοιτητές, π’ τα χρειάζονται και να μη χαθούν τα τραγούδια». Λέγοντας αυτά αγκαλιαστήκαμε με δάκρια στα μάτια και τον ευχαρίστησα για ακόμη μία φορά. Το ίδιο βράδυ στο χορό του Συνδέσμου Λάρισας ανακοίνωσε το ευχάριστο γεγονός. Οι κινήσεις των ανθρώπων αναδεικνύουν την προσωπικότητα των, ειδικά όταν αυτές είναι οι τελευταίες. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο ίδιος θεωρούσε για δικούς του λόγους το δίσκο αυτό ως τον τελευταίο του, ενδεχομένως. Αναφορικά δε με την παρουσίαση του δίσκου, συνεννοηθήκαμε να πραγματοποιηθεί το Σάββατο βράδυ στο Πανελλήνιο Αντάμωμα, κάτι που έλαβε χώρα απουσία του ιδίου, εξ αιτίας της στο μεταξύ εκδήλωσης της ασθενείας του. Οι παρευρισκόμενοι συγκινήθηκαν κατά την ανάγνωση του χαιρετισμού του Κώστα Νάκα, πολλώ δε μάλλον από το άκουσμα της φωνής του μέσα από τον τελευταίο του δίσκο, καθώς ήταν η πρώτη φορά μετά από 33 χρόνια που το Πανελλήνιο Αντάμωμα γινόταν χωρίς το Νάκα.

Το πραγματικό και πηγαίο του ενδιαφέρον για το Σ.Σ.Φ.Θ. δεν κάμφθηκε ούτε την περίοδο της ασθένειάς του. Την Κυριακή του Ανταμώματος, το μεσημέρι, μου τηλεφωνεί ο γιός του ο Βασίλης, καθ’ ότι τον παρακινούσε ο πατέρας του να μάθει για το δίσκο και τ’ Αντάμωμα. Επέμενε να μου μιλήσει και να με ρωτήσει ο ίδιος παρά τα προβλήματα του: «Κωστάκη, πως πήγαταν με το δίσκο;» Τον καθησύχασα και του είπα για την μεγάλη απήχηση που είχε και το οικονομικό όφελος του συλλόγου αλλά κυρίως για τη συγκίνηση που προκάλεσε η απουσία του. Αυτός ήταν ο Νάκας, άνθρωπος της προσφοράς. Για την προσφορά του αυτή ο Σ.Σ.Φ.Θ. τον τίμησε με αναμνηστική πλακέτα το Νοέμβριο του 2013. Βέβαια, κατά ουσιαστικό τρόπο η προσφορά του τιμάται διαχρονικά, στη συνείδηση όλων όσων πέρασαν από το Σ.Σ.Φ.Θ.




Ο «ΓΝΩΡΟΣ» ΤΗΣ ΦΩΝΗΣ ΤΟΥ

Τη φωνή και το ύφος του Κώστα Νάκα χαρακτήριζαν η δωρικότητα και η γνησιότητα. Το τραγούδι του αποτέλεσε αβίαστη εκδήλωση του συναισθήματος του και των βιωμάτων του, κατορθώνοντας συγχρόνως να γίνει κορυφαίος εκφραστής της λαϊκής μας παράδοσης. Χαράχτηκε και καθιερώθηκε στη συνείδηση όλων των Σαρακατσαναίων και ιδιαίτερα των Θεσσαλών, των οποίων απέδωσε κυρίως τα τραγούδια, όπως κανένας άλλος. Ήταν απ’ τους πρώτους, αν όχι ο πρώτος, που απέδωσαν και ηχογράφησαν Σαρακατσάνικα τραγούδια και τα προέβαλλαν στο ευρύ κοινό. Πρέπει να τονίσουμε ότι όλα αυτά έγιναν σε εποχές όχι και τόσο εύκολες, καθ’ ότι το επάγγελμα του μουσικού αντιμετωπίζονταν με απαξίωση, όπως και η Σαρακατσάνικη καταγωγή. Ωστόσο, ο Νάκας επιβλήθηκε και κατάφερε να επιβάλλεται των καταστάσεων. Κάποια από τα τραγούδια που άρρηκτα συνδέθηκαν με τον Κώστα Νάκα ήταν τα εξής: Θύμιος Τσεκούρας, Κράτα καημένε Έλυμπε, Φεύγουν τα λάια πρόβατα, Ο Γιώργης εξεκίνησε, Φίλοι μ’ καλώς ορίσατε σε άμεσο συνδυασμό με το τραγούδι Τη χρυσή μου την παρέα κ.α. Ήταν ο τρόπος με τον οποίο απέδιδε ο Νάκας τα τραγούδια, ξεσηκώνοντας τον ακροατή και ταυτόχρονα εισάγοντας τον σε ένα έντονα συναισθηματικά φορτισμένο κλίμα, ειδικότερα τον έχοντα τα αντίστοιχα βιώματα. Ήταν αναπόφευκτο ν’ αλλάξει τη ζωή του αλλά και την πορεία της πολιτισμικής ροής στον τόπο μας. Το τραγούδι έγινε επαγγελματική επιλογή και κατ’ αυτό τον τρόπο το αντιμετώπιζε.

ΘΥΜΗΣΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ

Δεν θα ξεχάσω όταν με συμβούλευε να αντιμετωπίζω με σοβαρότητα και υπευθυνότητα τον κόσμο στον οποίο απευθύνομαι: «πάμε για δ’λειά» έλεγε, έτσι ώστε να μη παρασυρόμαστε σε τυχόν πειρασμούς και κινδύνους που ελλοχεύουν. Είχα την τύχη να συνεργαστώ, έστω και τα τελευταία χρόνια με τον μπάρμπα-Κώστα. Αποτελούσε το πρότυπο των παιδικών μου χρόνων και η φωνή του την πρώτη μου επαφή με το Σαρακατσάνικο τραγούδι. Όταν μικρός τον έβλεπα, κυρίως στον ετήσιο χορό του Συλλόγου Ημαθίας, στεκόμουν με δέος απέναντί του, παρατηρώντας κάθε του κίνηση, ακόμη και το πώς κρατούσε το καλώδιο, «την τριχιά» όπως έλεγε, τον θαύμαζα, θέλοντας κι εγώ κάποτε να του μοιάσω. Μετά από χρόνια ευδόκησα να τραγουδήσω με το πρότυπό μου, στο ίδιο πατάρι. Με το Νάκα στο πατάρι υπήρχε πάντοτε η ισορροπία, ο καθένας είχε το ρόλο του και το χρόνο του. Ήταν ένας διακριτικός δάσκαλος, τόσο στο τραγούδι, όσο και στο ήθος. Απ’ τα γυμνασιακά μου χρόνια, όποτε με διέκρινε στο κοινό, πάντα με καλούσε από μικροφώνου: «Να μας πει ένα θ’κο μας παιδί, ο Κωστάκης,  κάνα δυο τραγούδια» έλεγε, χωρίς κάποιος να του το ζητήσει. Συγκυριακή σύμπτωση αποτέλεσε η συνεργασία μας στην τελευταία του εμφάνιση, σε γάμο στο Λαγκαδά στις 1 Ιουνίου 2013. Ακολούθως, σε όλη την περιπέτεια της υγείας του είχαμε επικοινωνία τόσο με το γιό του όσο και με τον ίδιο, όποτε δίνονταν η ευκαιρία. Τελευταία φορά τον αντάμωσα αρχές Νοεμβρίου στο σπίτι του στην Αθήνα, σ’ ένα συγκινησιακά φορτισμένο κλίμα. Η αυλαία για το μεγάλο Κώστα Νάκα έπεσε πρόωρα στις 20 Ιανουαρίου 2014. Το δυνατό αυτόν άνθρωπο ευγνωμονώ και θα μνημονεύω εσαεί όπως κι όλη η «γενιά» του για τη συνολική του προσφορά!

Καλό παράδεισο Κώστα Νάκα!  





*Η συνέντευξη παραχωρήθηκε στον κ. Γιώργο Κολοβό για την ιστοσελίδα Πορτραίτα Σαρακατσαναίων sarakatsanoi.blogspot.com

Το παρόν άρθρο προέρχεται από το 3ο τεύχος του περιοδικού του Συλλόγου Σαρακατσαναίων Φοιτητών Θεσσαλονίκης «ο Λεπενιώτης»  με τίτλο «Τα δρώμενα των Σαρακατσαναίων φοιτητών» (Νοέμβριος 2014).